Αρχίζω με ένα χαρούμενο νέο: Αν πιστέψουμε τον τίτλο του βιβλίου που
παρουσιάζουμε σήμερα, είμαστε όλοι ευτυχισμένοι! Ναι, καθότι όλοι μας, άλλος
λίγο άλλος πολύ, είμαστε νευρωτικά άτομα. Άρα ευτυχείς. Κι εδώ που τα λέμε
δίκιο έχουμε να πλέουμε σε πελάγη ευτυχίας, διότι, κατά την θεωρία των ψυχικών
δομών ο ανθρώπινος ψυχισμός έχει δυο επιλογές: Την νευρωτική δομή απ’ τη μια
και την ψυχωτική από την άλλη. Σίγουρα είναι ευτυχία να βρίσκεσαι στην πρώτη
περίπτωση. Βέβαια, επειδή τα ψυχικά
φαινόμενα διέπονται από πολυπλοκότητα και δύσκολα κατατάσσονται με
σιγουριά, η ψυχιατρική και η κλινική ψυχολογία αναγκάστηκαν να υιοθετήσουν και
μια τρίτη κατηγορία ψυχικής δομής, την οριακή. Όπου βρίσκουμε ανάκατες όλες τις
ιδιαίτερες μορφές ψυχισμού που δεν αντιστοιχούν σε νευρωτικούς ή ψυχωτικούς,
και που δεν είναι λίγες και αμελητέες.
Ωστόσο, ο τίτλος του γαλλικού πρωτοτύπου του βιβλίου που μας
ενδιαφέρει, έχει και συνέχεια: «Η ευτυχία να είσαι νευρωτικός και κυρίως (συνεχίζει)
πώς να μην σταματήσεις να είσαι»! (υπονοώντας πώς να μην θεραπευτείς). Με τον λίγο
ειρωνικό και προκλητικό υπότιτλο ο Dominique
Drillon δηλώνει εξ αρχής τον τρόπο που θα πλησιάσει τις
νευρώσεις μέσα στο βιβλίο: Παιγνιώδης αλλά και σοβαρός, ελαφρός αλλά και
υπεύθυνος, ενημερωτικός αλλά όχι «επιστημοφανής» και βαρετός.
Μου θύμισε κάποια σχολικά εγχειρίδια της γαλλικής μέσης εκπαίδευσης
όπου εργάστηκα την δεκαετία του 90. Τα βιβλία εκείνα με εντυπωσίαζαν με την πρωτοτυπία
και τη δροσιά τους, όπου επιστημονικά κείμενα, εμπεριστατωμένα και σοβαρά,
γραμμένα σε μια προσιτή και προσεκτική γλώσσα, πλαισιώνονταν από εικόνες,
ένθετα άρθρα και αποφθέγματα, ασκήσεις και ερωτηματολόγια, με τρόπο ώστε η
ανάγνωση να είναι όσο γίνεται περισσότερο εύκολη, εύπεπτη, γιατί όχι διασκεδαστική
ή ακόμα και δημιουργική. Έχοντας πάντα βέβαια κατά νου τον στόχο: Την υπεύθυνη
ενημέρωση, ευαισθητοποίηση και
εμβάθυνση στο θέμα που διαπραγματεύεται το βιβλίο. Θεωρώ
ότι ο Drillon το πέτυχε απόλυτα, η έκδοση που έχουμε στα
χέρια μας δίνει με πρωτοτυπία όλα τα στοιχεία που χρειάζεται ο αναγνώστης για την διερεύνηση και κατανόηση των κυριότερων θεμάτων που απασχολούν
τον συνηθισμένο νευρωτικό άνθρωπο, δηλαδή όλους μας.
Δεν είναι η πρώτη φορά που προσκαλούμαι να μιλήσω για ένα βιβλίο,
συνεχίζω όμως να νιώθω αμήχανα μπροστά στο εγχείρημα. Προετοιμάζοντας τη
σημερινή παρουσίαση, έπεσα πάνω σε ένα κεφάλαιο που μου στάθηκε πολύτιμο στην
προσπάθειά μου, καθώς προέβλεπα το τρακ που θα είχα απέναντί σας. Διάβασα
λοιπόν τις παρακάτω γραμμές σαν να απευθύνονταν προσωπικά σε μένα:
Σελ 277
Νομίζετε ότι... με το ταλέντο.
Να υποθέσω ότι και στην δική μου περίπτωση, το τρακ που νιώθω να
σημαίνει πως ήρθε το ταλέντο; Είναι μια αισιόδοξη υπόθεση που ομολογώ πως με
γοητεύει.
Συνεχίζω την ανάγνωση:
Σελ. 277
Το τρακ είναι... ορισμένες γραπτές σημειώσεις.
Αυτό έκανα, ακολουθώντας τη συμβουλή του κυρίου Drillon. Στρώθηκα λοιπόν
μπροστά στον υπολογιστή κι άρχισα να γράφω. Δεν ξέρω αν έχετε παρόμοια
εμπειρία, αλλά μια λευκή οθόνη με τον κέρσορα να περιμένει αναβοσβύνοντας
ανυπόμονος, σας διαβεβαιώ πως είναι μια δύσκολη στιγμή. Ευτυχώς βρήκα
ανακούφιση στη σελίδα 272:
Στο πρώτο στάδιο... του λόγου.
Γράφοντας προσπαθώ πάντα να μπαίνω στη θέση του ακροατή αναγνώστη, αποφεύγοντας
όσο γίνεται τις «πολύ υψηλού επιπέδου διαλέξεις», και ίσως γι’ αυτό να μην
άκουσα ποτέ ως τώρα, κι ελπίζω να μην το ακούσω σήμερα την ατάκα περί «μεγαλοφυίας».
Ορίζω λοιπόν τον στόχο μου για την σημερινή μου ομιλία και σχεδιάζω το
πλάνο όπως το περιγράφει ο συγγραφέας στο κεφάλαιο Μεγαλείο και δυσκολίες του λόγου, σελίδα 265. Κρατώ τις σημειώσεις
για μένα, σε σας θα προσπαθήσω να παρουσιάσω το βιβλίο, προσπαθώντας να σας
πείσω πως πρόκειται για μια σπουδή περί των νευρώσεων γραμμένη με έναν σχεδόν
απολαυστικό τρόπο, που αποφεύγει κοινοτοπίες και ξύλινη γλώσσα. Ο
Dominique Drillon έχει ένα λόγο κατανοητό και συγκροτημένο.
Και μια που μιλώ για γλώσσα, θέλω να υπογραμμίσω το εξής: Καθώς ο Αρμός
φρόντισε να μου δυσκολέψει τη ζωή αφήνοντάς μου μόνο 14 μέρες περιθώριο για να
συντάξω το κείμενό μου, σκέφτηκα να προτρέξω: Πριν εμφανιστεί λοιπόν η παρούσα
έκδοση έριξα μια ματιά στο γαλλικό βιβλίο. Μπορώ να σας διαβεβαιώσω πως η
μετάφραση είναι πιστότατη, ακριβέστατη. Το κείμενο είναι τουλάχιστον όσο καλογραμμένο,
ευχάριστο και κατανοητό είναι και το γαλλικό πρωτότυπο.
Στο βιβλίο υπάρχουν:
Η εισαγωγή, με τους τύπους των ψυχικών παθήσεων και προτάσεις για
ευτυχία παρά την νεύρωση.
το κεφάλαιο 1, για τις διαπροσωπικές σχέσεις του νευρωτικού,
το κεφάλαιο 2, για τις κοινωνικές σχέσεις του νευρωτικού,
το κεφάλαιο 3, για την αναγνώριση και τη θεραπεία των νευρώσεων.
Ακολουθεί το Συμπέρασμα.
Εκεί, διασχίζοντας μονοπάτια από την μυθολογία, την φιλοσοφία, την
τέχνη, την πειραματική ψυχολογία, περνώντας από το θέατρο και τον
κινηματογράφο, φτάνει στο φαινόμενο της Μεταμόρφωσης, λέγοντας:
Ο καθένας φέρει την ευθύνη να ζει καλά, αποδεχόμενος τη νεύρωσή του.
Φτάνουμε στο προκείμενο: Τι είναι η νεύρωση; Τι σημαίνει το είμαι
νευρωτικός;
Ο όρος εμφανίστηκε στην ιατρική το 1777, ως εκφυλισμός του νευρικού
συστήματος. Πολύ αργότερα, ο Φρόιντ εισάγει με την ψυχαναλυτική θεωρία την
θεμελιώδη έννοια των ενδοψυχικών συγκρούσεων. Και συνδέει την νεύρωση με το
υποσυνείδητο και την ιστορία του ατόμου, ιδιαίτερα τις εμπειρίες της παιδικής
ηλικίας:
Η νεύρωση είναι μια ψυχογενής πάθηση όπου τα συμπτώματα αποτελούν
συμβολική έκφραση ψυχικής σύγκρουσης, η οποία έλκει την καταγωγή της στην
παιδική ιστορία του ατόμου και οδηγεί σε συμβιβασμούς ανάμεσα στην επιθυμία και
την άμυνα.
Το εύρος της έννοιας του όρου νεύρωση ποικίλλει ανάλογα με την εποχή. Στις
μέρες μας όταν χρησιμοποιείται μεμονωμένα, δηλώνει συνήθως τις κλινικές μορφές
που μπορούν να αναπτυχθούν στην ιδεοψυχαναγκαστική νεύρωση στην υστερία και στη
φοβική νεύρωση.
Τώρα, νευρωτικοί είμαστε όλοι μας, όπως είπαμε στην αρχή. Παθολογικά
νευρωτικός όμως είναι εκείνος που εμποδίζεται να έχει μια κανονικότητα στη ζωή
του, όταν τα συμπτώματα που εμφανίζονται έχουν τέτοιαν ένταση που του
δημιουργούν πρόβλημα στην καθημερινότητά του.
Το όριο ανάμεσα στο φυσιολογικό και το παθολογικό αποτέλεσε και
αποτελεί θέμα μόνιμης συζήτησης στους κύκλους των επαγγελματιών ψυχικής υγείας.
Διότι το όριο αυτό είναι δυσδιάκριτο και, κυρίως, ποικίλλει στις διάφορες
κοινωνίες και χρονικές στιγμές. Όλες οι προσπάθειες ταξινόμησης των ψυχικών
φαινομένων έρχονται αντιμέτωπες με το πρόβλημα αυτό, δηλαδή τον ορισμό του
παθολογικού. Γι’ αυτό αναγκάζονται εκ των πραγμάτων να αναθεωρήσουν και να
επικαιροποιήσουν τις εκδόσεις τους σύμφωνα με τα εκάστοτε δεδομένα.
Με βρίσκει σύμφωνο η σχετικότητα με την οποία προσεγγίζει συγγραφέας το θέμα της παθολογίας των
νευρώσεων. Δείχνει προσοχή στις διατυπώσεις του, αποφεύγοντας την διαγνωστική
παντοδυναμία και την ακαμψία των ορισμών του.
Παράδειγμα:
Το τεστ 2, σελ 92. Και τα αποτελέσματα, σελ. 327.
Ο Drillon κλείνει την εισαγωγή, αφού δώσει κάποια κλινικά παραδείγματα νευρώσεων
με τρεις προτάσεις για να ζει κανείς ευτυχισμένος παρά τις νευρώσεις του. Με
ποιους τρόπους δηλαδή μπορεί κανείς να έχει μιαν ικανοποιητική ζωή,
παρακάμπτοντας τα εμπόδια που του παρουσιάζονται στην ψυχική του εξέλιξη.
Αναφέρεται σε τρεις έννοιες:
1. Την αλλαγή αντίληψης. Γράφει, σελ 23:
Έτσι, ένα από τα μυστικά...
2. Την ψυχική ανθεκτικότητα.
3. Την μετουσίωση.
Θα επανέλθει στις έννοιες αυτές, στο τελευταίο κεφάλαιο όταν θα μιλήσει
για το Εγώ και τους μηχανισμούς άμυνας.
Μια από τις αρετές του βιβλίου του Ντομινίκ Ντριγιόν είναι η ευρύτητα.
Μια ανοιχτή ματιά που αποκλείει την γενικευμένη και ανόητη διαμάχη, που
επικράτησε στις προηγούμενες δεκαετίες (και επικρατεί ακόμα σε κάποιους
κοντόφθαλμους επιστημονικούς κύκλους). Μια άχρηστη αλλά συμφέρουσα για
διάφορους πολεμική, ένας ανταγωνισμός ανάμεσα στις νευροεπιστήμες και την
ψυχανάλυση.
Αντίθετα ο Ντριγιόν, αγκαλιάζει όλο το φάσμα των εμπλεκόμενων
επιστημών. Μιλώντας, ας πούμε, για το συναίσθημα αναφέρει μια σκέψη του Μπλεζ
Πασκάλ, σελ. 35.
Προς κάθε κατεύθυνση. Το βιβλίο προσπαθεί την ουδετερότητα. Δεν
επιχειρεί να προβάλει τη μια ή την άλλη άποψη για την ψυχική υγεία. Μιλάει
εκτενώς για τη σχέση του εγκεφάλου με τα συναισθήματα και τις συγκινήσεις,
περιγράφει μελέτες για τη συναισθηματική νοημοσύνη και τη λειτουργία του
κεντρικού νευρικού συστήματος. Για να καταλήξει, ευτυχώς κατά τη γνώμη μου, πως
οι νευροεπιστήμονες επιβεβαίωσαν αυτό που πρόβαλε η ψυχανάλυση (θα πρόσθετα με
κάποια αφέλεια: και ο κοινός νους): Πως οι εμπειρίες μας επηρεάζουν τις τωρινές
μας συμπεριφορές και το μέλλον μας.
Ο Ντριγιόν είναι ψυχαναλυτής.
Στα κλινικά παραδείγματα που δίνει (και είναι πολλά) πάντα το παρελθόν
και οι εμπειρίες του ασθενούς έρχονται στο προσκήνιο, μέσα στην προσπάθεια
κατανόησης και διερεύνησης των τωρινών συμπεριφορών. Μιλάει για πολλές
συμπεριφορές σε σχέση με την επίδραση που έχουν οι μεγάλες κοινωνικές εξελίξεις
στον ψυχισμό του ατόμου. Η θρησκεία, η εκπαίδευση, η οικογένεια, οι θεσμοί, τα
ΜΜΕ, εξελίσσονται, και μαζί τους η ανθρώπινη ψυχική πορεία του καθένα μας.
Στη σελίδα 80 δίνει, σε ένθετο πλαίσιο, ένα παράδειγμα για την επίδραση
της τεχνολογικής εξέλιξης στις αντιδράσεις του ατόμου. Συγχρόνως φέρνει στην
επιφάνεια την έννοια του Εγώ, έννοια που θα αναπτύξει εκτενώς σε άλλο σημείο του βιβλίου. Εκεί θα μιλήσει για
τις ψυχικές βαθμίδες: Υπερεγώ, Εγώ, Εκείνο. Είναι η γνωστή δεύτερη τοπική του
Φρόιντ, που μας βοηθάει στην κατανόηση των νευρώσεων, ως έκφραση της
ασυνείδητης ψυχικής σύγκρουσης ανάμεσα στα τρία στοιχεία.
Οι διάφοροι εθισμοί, οι διατροφικές διαταραχές, οι ψυχαναγκασμοί θα
παρουσιαστούν από τον συγγραφέα ως συμπτώματα ενός νευρωτικού ανθρώπου,
χρησιμοποιώντας μια εύστοχη έκφραση:
Είναι η τέχνη, λέει, της πλήρωσης των κενών. Πάντα με ιστορικές και
καλλιτεχνικές αναφορές, με κλινικά παραδείγματα και με τεστ.
Οι φοβίες, που είναι διαφορετικό από τους φόβους, η αγωνία, η
κατάθλιψη, θα συμπεριληφθούν στα νευρωτικά συμπτώματα που συνδέονται με την
ιστορία του ατόμου και τις ψυχικές του συγκρούσεις.
Μια κλινική περίπτωση, η Κλωντιά, σελ. 123.
Με αυτό το παράδειγμα περνώ στο τελευταίο μέρος του βιβλίου, που δίνει
ιδέες για θεραπεία των νευρώσεων δείχνοντας κατανόηση για τις δυσκολίες που
αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι μπροστά στην ψυχοθεραπεία.
Το πρόβλημα είναι διπλό:
Το πρώτο και κυριότερο ερώτημα είναι: Θέλω να θεραπευτώ; Μπορώ να
θεωρήσω πως χρειάζομαι βοήθεια ειδικού, πως δεν θα τα καταφέρω μόνος μου; Με
άλλα λόγια, πιο ψυχαναλυτικά, μπορώ να κάμψω τις αντιστάσεις μου;
Το δεύτερο και λιγότερο σημαντικό είναι πού να απευθυνθώ;
Φυσικά τα δυο συνδέονται, πολλές φορές το επιχείρημα «καμιά θεραπεία
δεν μου ταιριάζει, κανένας ψ δεν μου εμπνέει εμπιστοσύνη» έρχεται να απαντήσει
στο πρώτο ερώτημα: Δεν μπορώ να αποχωριστώ τα συμπτώματά μου, υπονοώντας
συνειδητά ή όχι, «δεν μπορώ να χάσω τα παράπλευρα οφέλη που μου προσφέρουν». Κάτι σαν το στίχο του ποιητή «και τώρα τι θα
γίνουμε χωρίς βαρβάρους, οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύση...»
Είναι λύση τα ψυχοφάρμακα; σας διαβάζω την τελευταία παράγραφο του
βιβλίου:
Σελ 322.
Κλείνω το βιβλίο, για να σας πω το εξής, τελειώνοντας αυτή την (ελλιπή
σίγουρα) παρουσίαση:
Εσείς θα το ανοίξετε σε λίγο. Ακόμα κι αν πρόκειται για πλασέμπο, αν
καταφέρει να σας δώσει ενδιαφέρον και ευχαρίστηση, διάθεση για δουλειά και ζωή,
μην ανησυχείτε! Χαρείτε το!
Αυτή είναι η ευχή μου: Να ανοίγουμε παράθυρα στη σκέψη μας, να
απομυθοποιούμε τα αδιέξοδα. Μπορούμε, αν θέλουμε, να είμαστε ευτυχείς με τις
νευρώσεις μας.
Αρκεί να τις αναγνωρίζουμε για δικές μας, να τις υιοθετούμε, να τις
φροντίζουμε, με όποιον τρόπο κι αν επιλέξουμε. Να τις φροντίσουμε όμως, δηλαδή
να τις θεραπεύσουμε (με την ετυμολογική έννοια της λέξης: Να ασχοληθούμε
συστηματικά με προσοχή και κατανόηση). Αυτό μας κάνει δυνατούς αλλά κυρίως,
χρήσιμους, πολύτιμους για κείνους που αγαπούμε στο στενό ή στο ευρύτερο
περιβάλλον μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου