Το κείμενο και το βίντεο από την βιβλιοπαρουσίαση τής 6ης Μαρτίου 2015, στο Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης.
«Με το μυαλό μου συνθέτω πάντα μυθιστορήματα,
βασιζόμενος στην ψυχαναλυτική μου εμπειρία. Θα ήθελα να γίνω μυθιστοριογράφος,
αλλά όχι ακόμα. Ίσως κάποτε».
Είναι μια εκμυστήρευση του Σίγκμουντ Φρόιντ
στον Βίλχεμ Στέκελ που υπήρξε μαθητής
του. Ο Φρόιντ, αν και φλέρταρε πολύ με την ιδέα, δεν έγραψε μυθιστορήματα, η
επιθυμία έμεινε σε συνεχή αναβολή.
Όχι, ο Φρόιντ δεν έγινε μυθιστοριογράφος.
Εκείνος όμως δημιούργησε την έκφραση οικογενειακό
μυθιστόρημα.
Πρόκειται για έναν ψυχαναλυτικό όρο που προσδιορίζει
τις φαντασιώσεις μέσω τον οποίων ο άνθρωπος τροποποιεί φαντασιακά τους δεσμούς
με τους γονείς του. Με το να φαντάζεται για παράδειγμα πως είναι ένα παιδί που
βρήκαν, ή πως γεννήθηκε από διάσημο πατέρα, αποδίδοντας στη μητέρα μυστικές
ερωτικές περιπέτειες κλπ.
Επινοείται λοιπόν ένα είδος μυθιστορήματος με
φαντασιώσεις που σχετίζονται με την οιδιπόδεια πίεση: επιθυμία του παιδιού να
ταπεινώσει τους γονείς ή αντίθετα να τους εξυψώσει, επιθυμία μεγαλείου,
απόπειρα να παρακαμφθεί ο φραγμός της αιμομιξίας, έκφραση του ανταγωνισμού
μεταξύ αδελφών...
Μ’ άλλα λόγια, σ’ αυτές τις φαντασιώσεις τού
φροϊδικού οικογενειακού μυθιστορήματος, επινοούνται όλα όσα μπορούν να
συνθέσουν ένα ενδιαφέρον λογοτεχνικό μυθιστόρημα.
Αυτό που ο Φρόιντ άφηνε για αργότερα, άλλοι ψυχαναλυτές
το δοκίμασαν, τόλμησαν και το επιχείρησαν, με καλό, μέτριο ή κακό αποτέλεσμα.
Σε ένα μακροσκελές άρθρο, ο συγγραφέας και
ψυχαναλυτής Γιάκομπ Σνάηντερ που συνδυάζει ο ίδιος τέλεια την πένα με το ντιβάνι,
μιλάει για την μοιραία σχέση που
συνδέει την ψυχανάλυση με την συγγραφή. Κατ’ αυτόν, αυτή η σχέση αυτή δεν δίνει
παρά τερατουργήματα και αποτυχίες. Ο
Σνάηντερ αναρωτιέται γιατί οι ψυχαναλυτές να είναι τόσο κακοί συγγραφείς.
Δεν θα δώσω εγώ, δεν θα δώσουμε εμείς εδώ τώρα
την απάντηση. Ας του αφήσουμε την ευθύνη αυτής της κριτικής, κρατώντας όμως το
κύριο κομμάτι της σκέψης του: Ότι ο ψυχαναλυτής και ο μυθιστοριογράφος έχουν
και οι δυο την ίδια εμμονή με τις φαντασίες και τις λέξεις, κατακλύζονται από
την ίδια επιθυμία της συγγραφής.
Κι αν κρίνω από τον εαυτό μου, η επιθυμία αυτή
έχει τη βάση της σ’ αυτό που τόσο εύστοχα διατύπωσε η Καίτη Στεφανάκη: Στην
έννοια της ευχαρίστησης, της ψυχαγωγίας.
Μιας ευχαρίστησης του να μετατρέπεις αυτά που εμπνέει κάθε «οικογενειακό
μυθιστόρημα» σε κοινό λογοτεχνικό μυθιστόρημα. Καθώς και την ευχάριστη αναμονή
να δώσεις ψυχαγωγία σ’ αυτούς που θα το διαβάσουν. Να προσφέρεις ίσως την
ευχαρίστηση που δίνει η λογοτεχνία.
Ας έρθουμε τώρα στο βιβλίο:
Ο υπερήλικας ψυχαναλυτής του μυθιστορήματος
που έχουμε μπροστά μας, ο Αναστάσιος Ντυπόν, είναι επίσης συγγραφέας. Γράφει,
πιθανότατα, κάποια από τα «τερατουργήματα»
ή «αποτυχίες», που λέει ο Σνάιντερ. Τέλος πάντων, ο ψυχαναλυτής Ντυπόν
γράφει θεατρικά έργα. Τον βοηθούν, λέει, να κρατιέται στη ζωή. Σε μιαν
εκμυστήρευσή του, παραλληλίζει αυτή την δραστηριότητα με μιαν ανάμνηση της
παιδικής του ηλικίας, τότε, στη δεκαετία του 30, στο πηλιορείτικο χωριό του,
στην Πρόπαν, όταν ακόμα το όνομά του ήταν Ελευθέριος.
Αυτή την εκμυστήρευση του Ντυπόν θα σας
διαβάσω σε ένα μικρό απόσπασμα του βιβλίου, σελ 351. Θα το ακούσουμε, αλλά,
επειδή το ταλέντο μου στην ζωντανή ανάγνωση δεν τολμάει να συγκριθεί με εκείνο
των ηθοποιών που απολαύσαμε πριν λίγο, η ηχογραφημένη ανάγνωση θα συνοδεύεται
από εικόνες και μουσική, όπως στο εισαγωγικό φιλμάκι της παρουσίασης.
Δράττομαι της ευκαιρίας να σας πω πως τα μικρά
αυτά βίντεο δεν έχουν καμιάν άλλη καλλιτεχνική φιλοδοξία πέραν του να
συνοδεύσουν την αποψινή παρουσίαση του βιβλίου. Έγιναν σαν κολλάζ των ιδεών που
εμφανίζονται στο μυθιστόρημα, σαν παρέλαση χαρακτηριστικών εικόνων που
παραπέμπουν πάντα σε κάτι άλλο, που θυμίζουν ένα στοιχείο που εμπεριέχεται στο
μυθιστόρημα, κάτι σαν τον ελεύθερο συνειρμό της ψυχαναλυτικής συνεδρίας. Με
άλλα λόγια κάτι σαν αυτό που ο ψυχαναλυτής τού βιβλίου λέει μέσα από το έργο
του, χρησιμοποιώντας την περίφημη πίπα του Μαγκρίτ: Αυτό που βλέπετε δεν είναι
αυτό που νομίζετε...
Επέλεξα να σας διαβάσω αυτό το κομμάτι όπου ο
Αναστάσιος Ντυπόν απευθύνεται στους θεατές τού έργου του, διότι αισθάνομαι πως
θα μπορούσα αυτούσιο να σας το απευθύνω τώρα κι εγώ, σε σας, τους αναγνώστες
μου.
Λέει, λοιπόν, ο Αναστάσιος (πρώην Ελευθέριος) μιλώντας
στους θεατές του:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου