Την Κυριακή 12 Ιουνίου 2016 στην παραλία της Θεσσαλονίκης παρουσιάσαμε το μυθιστόρημα Αγαπητέ μου κύριε Ψ.
Καλησπέρα σας.
Είχα σκεφθεί ότι τα δυο μυθιστορήματα που σας
παρουσιάζουμε απόψε είναι δίδυμα. Λάθος! Η σωστότερη διατύπωση είναι πως έχουν
τον ίδιο νονό, τον ίδιο ανάδοχο. Τον Αρμό!
Που, όπως λέει και το όνομά του, είναι εδώ για
να ενΑΡΜΟνίζει, να συνδέει, να διευκολύνει την μετακίνηση, την μετατόπιση, το
άνοιγμα.
Βέβαια, τα δυο νεογέννητα μυθιστορήματα έχουν και μιαν άλλη συγγένεια:
Οι γονείς τους ασκούν ένα ιδιαίτερο επάγγελμα.
Έχουν μια ιδιότητα που προσπαθεί να σταθεί δίπλα, ή απέναντι, ή και πίσω από
τον ψυχισμό των ανθρώπων που τους εμπιστεύονται. Είναι ψυχοθεραπευτές.
Θα ξέρετε πως υπάρχουν πολλά, πάρα πολλά είδη
ψυχοθεραπείας, γύρω στις δυο εκατοντάδες, αν η μνήμη των φοιτητικών μου ακουσμάτων
δουλεύει ακόμα.
Πλήθος και ποικιλία ψυχοθεραπευτικών μεθόδων,
που όμως έχουν πάνω κάτω τον ίδιο στόχο: απ’ τη μια την ανακούφιση του ανθρώπου
από τα ψυχογενή συμπτώματα, κι απ’ την άλλη, μια προσέγγιση και διερεύνηση του
ψυχισμού, της ψυχικής ζωής.
Κοινός παρονομαστής σε όλες τις μορφές
ψυχοθεραπείας είναι η σχέση με τον Άλλον. Διότι, όπως αντιλαμβάνεται κάθε
κοινός νους, δεν υπάρχει ψυχισμός ανεξάρτητος από τις ανθρώπινες σχέσεις.
Αν θέλαμε να στήσουμε ένα κατάλογο των
ανθρώπινων σχέσεων θα απαριθμούσαμε πολλούς χαρακτηρισμούς. Θα αρχίζαμε,
φυσικά, από τις πιο καθοριστικές για τη ζωή, τις οικογενειακές σχέσεις. Μητέρα,
πατέρας, παιδί, μια κεντρική τριγωνική δέσμη σχέσεων όπου χωρούν άπειρες
αποχρώσεις επιθέτων και καταστάσεων. Προστίθενται τα άλλα πρόσωπα του στενού
περιβάλλοντος, αδέρφια, παππούς, γιαγιά, συγγενείς, δάσκαλοι, η πολυπλοκότητα
εντείνεται.
Ύστερα έρχονται οι φιλίες, οι έρωτες, οι
συζυγικές σχέσεις. Και μετά, τα παιδιά, τα εγγόνια, τα ανίψια, μια νέα γενιά
οικογενειακών σχέσεων. Και φυσικά δεν ξεχνούμε τις επαγγελματικές σχέσεις.
Σε όλη τη διάρκεια της ζωής, ο άνθρωπος
σχετίζεται με τους άλλους, πότε απλά και εύκολα, πότε με δυσκολία και πόνο. Ο
ψυχισμός του, ο ίδιος, όπως χτίστηκε από τα πρώτα χρόνια της ζωής του,
επιδίδεται σε ασκήσεις επανάληψης, ή προσαρμογής, ή και εξέλιξης, ανάλογα με
την ευκολία και τις δυνατότητες που διαθέτει.
Και η ψυχοθεραπεία έρχεται να εξερευνήσει και
να κατανοήσει τις ψυχικές κινήσεις και αντιδράσεις που γεννιούνται στις σχέσεις
με τον άλλον, χρησιμοποιώντας, προσέχοντας και αξιοποιώντας μια μοναδική και
εξαιρετικά περίπλοκη σχέση, που δύσκολα περιγράφεται με λόγια: εκείνη που
αναπτύσσεται μέσα στο πλαίσιο της ψυχοθεραπευτικής δουλειάς. Πρόκειται για την
σχέση θεραπευτού και θεραπευόμενου, που οι ψυχανάλυση ονόμασε μεταβίβαση και
αντιμεταβίβαση.
Επανέρχομαι στο όνομα του νονού μας, του
εκδότη μας: Αρμός.
Αρμός, το σημείο στο οποίο
εφάπτονται δυο επιφάνειες, γράφει το λεξικό. Στην περίπτωσή μας το σημείο
επαφής είναι ακριβώς η ψυχοθεραπευτική ενασχόληση με τις ανθρώπινες σχέσεις, η
ανίχνευση και η διερεύνηση των αδιεξόδων, των συγκρούσεων.
Αλλά, το λεξικό συνεχίζει:
Αρμός, οι κλειδώσεις στα κόκκαλα, η άρθρωση. Τα δυο βιβλία, τα ενώνει μια άρθρωση, μια
υποβόσκουσα διαρκής παρουσία της ψυχοθεραπείας, συμβουλευτικής ή ψυχαναλυτικής
κατεύθυνσης, πάντα με στόχο την άρση των αδιεξόδων στις σχέσεις. Η ραχοκοκκαλιά
των κειμένων είναι στημένη με υλικά που μας προμήθευσε κυρίως η κλινική
εμπειρία. Καθώς και η επίγνωση της τεράστιας σημασίας που έχει στην εξέλιξη της
ζωής η θεραπευτική σχέση.
Στην περίπτωση της Εκδρομής, η ψυχολόγος έχει όνομα, Στέλλα.
Η Στέλλα έχει άποψη για τις επιλογές του Παύλου που την επισκέφτεται, προσπαθώντας
να καταλάβει τον εαυτό του και τον ακατανίκητο δονζουανισμό του. Ναι, ο Παύλος
ζει μέσα από την διαρκή επιβεβαίωση που του προσφέρουν οι εφήμερες και
επιπόλαιες σχέσεις.
Στο άλλο μυθιστόρημα, ο
ψυχαναλυτής δεν αναφέρεται παρά με δυο γράμματα, με τα αινιγματικά αρχικά, Χ
τελεία, Ψ τελεία. Άλλη διαφορά είναι πως εκείνος μιλάει ελάχιστα, και ουδέποτε
προβάλει την δική του επιθυμία για την εξέλιξη της ψυχοθεραπείας του ασθενούς
του.
Διαβάζοντας την Εκδρομή, και ιδιαίτερα τις σελίδες που
αναφέρονται στην ψυχοθεραπεία του Παύλου στο γραφείο της Στέλλας, σκέφθηκα πως
ο δικός μου ήρωας θα ήταν ευτυχής να έχει μιαν αντίστοιχη αντιμετώπιση από τον
Αγαπητό του κύριο Ψ.
Όχι, ο κύριος Ψ είναι
απόμακρος, αποστασιοποιημένος, αφήνει όλο τον χώρο και τον χρόνο στον ασθενή
του να αναπτύξει τον ελεύθερο συνειρμό για να πλησιάσει όσο γίνεται το
υποσυνείδητο, τις απωθημένες επιθυμίες, τα εμπόδια, τα μπλοκαρίσματα. Αυτό λέει
η δεοντολογία του, το καταφέρνει όμως;
Η καλοπροαίρετη ουδετερότητα
που τηρεί ο Χ. Ψ. στις συνεδρίες ερεθίζει το ενδιαφέρον του νεαρού αναλυόμενου.
Η συναισθηματική απόσταση που κρατάει μεθοδικά εκείνος, εξάπτει την φαντασία
του.
Όταν δε ο ηλικιωμένος αναλυτής
του δηλώνει πως πρόκειται να αποχωρήσει στην εξοχή, η απογοήτευση, ανάμικτη με
την έλξη του για κείνον, η απελπισία και ο θυμός του, η θλίψη του, λες και
πρόκειται για έναν προαναγγελθέντα θάνατο, τον οδηγούν στη συγγραφή ενός
μυθιστορήματος. Τα πένθη και οι απώλειες της ζωής του, θεριεύουν ξαφνικά και θα
αναζητήσει διέξοδο: Θα γράψει όσα φαντάζεται για τον κύριο Ψ, έχοντας όμως στη
διάθεσή του ελάχιστα στοιχεία της ζωής αυτού του κυρίου.
Για παράδειγμα, η όμορφη και
ελκυστική κοπέλα που τυχαία συνάντησε στο ασανσέρ κάποτε που πήγαινε στη συνεδρία
του, θα πάρει τη θέση της ερωμένης του κυρίου Ψ, μέσα στο γραφτό του νεαρού
αναλυόμενου. Αργότερα, θα αντιληφθούμε κάτι που ίσως ήδη σκεφθήκατε, πως η
νεαρή άγνωστη δεν του είναι καθόλου αδιάφορη.
Βέβαια, κι ο ίδιος
συνειδητοποιεί πως η φαντασία του οργιάζει πέρα από κάθε σύμβαση και λογική μα
δεν πτοείται. Αφήνεται μάλιστα ευχαρίστως στο παιχνίδι ανάμεσα στη μυθοπλασία
και την πραγματικότητα. Ως το σημείο να εκφράζει, συνειδητά πια, τις αναμνήσεις,
τα οικογενειακά μυστήρια που έζησε, τις επιθυμίες του και τα όνειρά του,
αποδίδοντάς τα στον ήρωα του μυθιστορήματος που γράφει, δηλαδή στον ψυχαναλυτή του,
τον Χ.Ψ.
Η συγγραφή! Μια δημιουργική
εκτόνωση.
Καθώς η βίαιη διακοπή της
ψυχανάλυσής του πλησιάζει, ο νεαρός ήρωας θα προσπαθήσει να απενεργοποιήσει τον
πανικό που νιώθει και να υποκαταστήσει την θεραπεία του με την συγγραφή. Και
κάτι περισσότερο: καθώς θα απευθύνει το γραφτό του στον αναλυτή του, θα του
εκφράσει έτσι το αίτημα φιλίας. Στην ουσία, του ζητάει να βγει από τον
στερεότυπο ρόλο τού ουδέτερου ακροατή και να μπει πιο ουσιαστικά στη ζωή του.
Με πράξεις χειροπιαστές, με πραγματική, ανθρώπινη παρουσία.
Φαντάζομαι η αγαπητή
συνάδελφος Εύα Στάμου δεν θα αμφισβητούσε πως και στην δική μας περίπτωση, η
συγγραφή είναι το αποκούμπι μας, η παρηγοριά μας όταν υπαρξιακά ερωτήματα μας
κατακλύζουν.
Όταν, με ανησυχία, με αγωνία,
σχεδόν με απόγνωση μερικές φορές, αναρωτιέμαστε αν κρατήσαμε γερό τιμόνι στις
ψυχοθεραπείες μας, αν σταθήκαμε στο ύψος των περιστάσεων. Αν καταφέραμε να
βάλουμε στην άκρη τα προσωπικά μας βιώματα και προβλήματα για να ακούσουμε τον
άλλον. Για να του διαθέσουμε το ουδέτερο, ψύχραιμο, φιλόξενο μα όχι φιλικό αυτί
μας στους ασθενείς μας.
Η φαντασίωση να εμπλακεί ο
ψυχαναλυτής στην πραγματική ζωή του ψυχαναλυόμενου είναι κάτι που παρατηρείται
σε κάθε θεραπευτική σχέση. Μια εμπλοκή που μπορεί να φτάνει ως την ερωτική
εξομολόγηση. Ο πεπειραμένος αναλυτής το γνωρίζει αυτό, το αναγνωρίζει σε έκδηλα
ή σε υπολανθάνοντα αιτήματα που του απευθύνει ο αναλυόμενος. Με όση μαεστρία
διαθέτει θα προσπαθήσει να αποκρούσει διακριτικά το αίτημα φιλίας, προσέχοντας
να μην δημιουργήσει ένα νεο τραύμα απόρριψης. Δύσκολο εγχείρημα, ομολογουμένως.
Ο εικσιτετράχρονος ήρωας του Αγαπητού κυρίου Ψ., θα βιώσει την
διακοπή της ψυχοθεραπείας του σαν απόρριψη. Και θα προσπαθήσει με τον δικό του
τρόπο να εμπλέξει τον αναλυτή στη ζωή του γράφοντας και απευθύνοντάς του το
μυθιστόρημα. Και, όπως στην ψυχανάλυση αναβιώνει κανείς τις σχέσεις που τον
καθόρισαν, κυρίως με τους γονείς, έτσι και με την συγγραφή ο νεαρός
ήρωας-συγγραφέας αναβιώνει τις σχέσεις του παρελθόντος.
Ένα παρελθόν που έρχεται από
πολύ παλιά, ακόμα και πριν τη γέννησή του. Ένα παρελθόν σαν αυτό που όλοι μας
κουβαλάμε. Παρελθόν πραγματικό, με εμπειρίες, πλούτο και τραύματα, αλλά και παρελθόν
που πλάθει η φαντασία μας. Θα λέγαμε, ένα ψυχικό παρελθόν, φτιαγμένο από
ακούσματα, από νοερές εικόνες και διηγήσεις, από φαντασιώσεις.
Όλοι πια ξέρουμε πως στο
οικογενειακό μας παρελθόν κρύβονται αλήθειες και μύθοι, μυστικά και μισόλογα, πραγματικότητα,
υποθέσεις και φαντασία, αναπάντητα ερωτήματα. Δηλαδή όλα εκείνα που συνέβαλαν
ενεργά στη διαμόρφωση του ψυχισμού του καθένα μας. Η ψυχανάλυση, με την
καλοπροαίρετη ουδετερότητά της, όταν κάνει απρόσκοπτα τη δουλειά της, δίχως
απρόβλεπτη διακοπή όπως στην περίπτωση του βιβλίου, θα προσπαθήσει να φέρει στο
φως το ψυχικό παρελθόν και να το συνταιριάσει με το παρόν. Οι ψυχικές
συγκρούσεις θα αναδυθούν, θα αναγνωριστούν. Είναι ο τρόπος για την
απενεργοποίησή τους.
Έτσι στήθηκε αυτό το βιβλίο. Αφηγητής είναι ο
νεαρός ήρωας που μιλάει για το παρελθόν και το παρόν του, για τη ζωή του και
τις αγωνίες της. Παράλληλα, με πλάγια γραφή, ενσωματώνεται η μυθοπλασία του.
Ενώ λοιπόν στην περίπτωση της Εκδρομής της Εύας Στάμου ο κορμός της
αφήγησης είναι η ερωτική σχέση δυο ανθρώπων, στο Αγαπητέ μου κύριε Ψ. ο κορμός είναι η ψυχοθεραπευτική σχέση. Με
αυτά σαν σκελετό, ο καθένας μας με τα ψυχικά εργαλεία που διαθέτουμε
προσπαθήσαμε να αποδώσουμε μέρος από την πολυπλοκότητα της ζωής και των
ανθρώπινων σχέσεων διηγούμενοι τις δυο ιστορίες μας.
Μα μια εύλογη ερώτηση προκύπτει, τουλάχιστον
όσο με αφορά:
Αν υποθέσουμε ότι το αφήγημα του νεαρού
αναλυόμενου απευθύνεται στον ψυχαναλυτή ΧΨ, τότε το βιβλίο με τίτλο Αγαπητέ μου κύριε Ψ. σε ποιον
απευθύνεται;
Θα σας εξομολογηθώ την απάντηση κάνοντας έναν
παραλληλισμό:
Ο συγγραφέας του βιβλίου απευθύνεται σε σας,
στους αναγνώστες. Σας παρουσιάζει μια ιστορία, μια μυθοπλασία, χρησιμοποιώντας
τα αγαπημένα του ψυχαναλυτικά υλικά και πλάθοντας ήρωες της φαντασίας του, που όμως
δεν είναι άλλοι από εκείνον τον ίδιο και από σας, τους αναγνώστες.
Αυτό ελπίζει γράφοντας: πως ο κάθε αναγνώστης
θα βρει τον ήρωα ή την κατάσταση που του ταιριάζει για να ταυτιστεί. Πως
διαβάζοντας, οι συνειρμοί σας για το παρελθόν παρόν και μέλλον σας θα βρουν την
ευκαιρία μιας κάποιας επεξεργασίας.
Σαν τον νεαρό ήρωα του Αγαπητέ μου κύριε Ψ., ο συγγραφέας γράφει ζητώντας ένα αντάλλαγμα: Ζητάει
να του επιβεβαιώσετε πως έστω για λίγο, σας στάθηκε συντροφιά ευχάριστη και
παρηγοριά, πως δεν χάσατε το χρόνο σας διαβάζοντας το βιβλίο του, πως άνοιξε
ίσως ένα παραθυράκι στη σκέψη και την ψυχή σας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου