Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΪΤΣΑΡΑΣ
ΚΑΙ ΤΟ ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΤΟΥ
«ΤΑ ΚΟΡΔΟΝΙΑ»
Όλα συμβαίνουν τώρα, συγχρόνως, στον ίδιο χρόνο και στον ίδιο χώρο, επί σκηνής. Ο ψυχαναλυτής, η ψυχαναλυόμενη και ο ψυχαναλυόμενος, οι ήρωες τρεις. Όλοι βιώνουν τα αβίωτα, τα έξωθεν παρενοχλούντα την ύπαρξη, την βίωση των τριών. Και, συμβολικά, όλη εν γένει τη διαδικασία της ύπαρξης.
Καθοριστικός παράγοντας το βλέμμα και το είναι του άλλου, ο άλλος, ο έτερος, το Άλλο Εγώ και ο άλλος Άλλος, ο συμπορευτής στην ύπαρξη, ο «κράτα με να σε κρατώ ν’ ανεβούμε στο βουνό» και συνάμα ο διαφορετικός, ο αλλότριος, το «αλλουνού παπά ευαγγέλιο», ο αλλιώς μαθημένος, ο φοβιστικός, ο εχθρικός, ο εγωτιστής, ο εξουσιαστικός και πάλι όμως αναγκαίος, αφού όπως μας θυμίζει και το πάλαι ποτέ άσμα «αυτός ο άλλος είναι ευεργέτης μου μεγάλος».
Η διελκυστίνδα ανάμεσα σε φόβο και επιθυμία… Ποια είναι η σχέση του ανθρώπου με την επιθυμία του; Τι θέλει; Τι πενθεί;
Τέτοιου είδους ερωτήματα και άλλα ανάλογα θεατροποιεί ο Γιάννης Βαϊτσαράς προς χάρη της σχέσης της ψυχανάλυσης με την τέχνη.
Όντως! Ναι!
Η ψυχαναλυόμενη γελάει δυνατά και ο ψυχαναλυόμενος γελάει χαρούμενα.
Στην πορεία ο συγγραφέας αναδεικνύει τις έννοιες “πραγματικό”, “αόρατο”, “συμβολικό”, “υπαρκτό”, “σώμα”, “βλέμμα”, “οικείο”, “ανοίκειο” δίχως να ξεχνά και την “ανοίκεια οικειότητα”.
Και επειδή ο ψυχαναλυτής τονίζει την αξία του ετυμολογικού “πόθεν”, ας σταθώ προς στιγμήν στην αρχιτεκτονική των ανοίκειων εννοιών των οικείων λέξεων…
Οικειότητα : η εν αγάπη και εμπιστοσύνη συγκατοίκηση.
Οικειότητα: η ψυχική και πνευματική συμβίωση, και τα παρεπόμενα της, η προσκόλληση, ο δεσμός, η εμμονή.
Οικειότητα: η ταύτιση, η ομοιότητα με τον Άλλο, τον Έτερο.
Ανοίκειο-Ανοικειότητα: Το ξένο, το μη γνώριμο, το ξενίζον, το αλλότριο, του Άλλου η πλευρά.
Ο συγγραφέας-ψυχαναλυτής εδώ δια της ετυμολογικής οδού μας “υποψιάζει”, μας δίνει την πρέπουσα τροφή για να αναλογιστούμε τον φόβο, τον φόβο του ανοίκειου αλλά και τον φόβο του οικείου, μα και τον εξαναγκασμό (θα προσθέσω σχολιαστικά) της ώθησης για σχέσεις, σχέσεις που καθορίζονται από τη διελκυστίνδα των αισθημάτων εγγύτητας και εγκατάλειψης – απόρριψης – απώλειας, ή και από το ψευδαισθητικό βίωμα ασφάλειας αντιστικτικά μ’ εκείνο του εγκλωβισμού, πυροδοτώντας ανησυχίες και υπαρξιακούς φόβους, θέτοντας εντέλει το ερώτημα, την υπαρξιακή απορία, για το τι μέλλει γενέσθαι με τον ΆΛΛΟ, τον ΈΤΕΡΟ, που ετούτη τη στιγμή ή και διαχρονικά, είναι για μένα σημαντικός.
Οι ψυχαναλυόμενοι ανακαλύπτουν την αλήθεια τους, το πόθεν του ψυχισμού τους, τη γνώση για το τι θέλουν και το για τι πενθούν, άρα —εν πολλοίς—την “ίαση”, μπορώντας δηλαδή πλέον να διαχειριστούν την “υποφορά” τους. Και η πάσχουσα κατάσταση, έτσι όπως αποτυπώνεται στο θεατρικό κείμενο, μεταστοιχειώνεται σε κωμικοτραγική και εν συνεχεία πια σε κωμική, η “υποφορά” απαλύνεται, η ταύτιση χαροποιεί και η εγγύτητα η αναγκαία για την έκφραση των συναισθημάτων ολοκληρώνεται.
Στη θεατρική πράξη, ο ψυχαναλυτής συμμετέχει και ως ψυχαναλυόμενος των ίδιων των ψυχαναλυομένων του. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον, γιατί τα κορδόνια λύνονται. Οι νοσηρές ψυχικές διαδικασίες, επισημαίνω και εξ ιδίων παθημάτων, δεν είναι όπως οι ασθένειες της σάρκας όπου η επιστήμη μπορεί θεραπευτικά να σκοτώσει ιούς και μικρόβια.
Η επιτυχής δράση του ψυχαναλυτή βασισμένη στις γνώσεις του, την ικανότητα ενσυναίσθησης και το ταλέντο του (ο Γιάννης ο Βαϊτσαράς τα διαθέτει όλα) είναι εκείνη που δημιουργεί την αναγκαία ψυχολογική συνθήκη στον συνάνθρωπό του, στον πάσχοντα, στον στερημένο, στον πληγωμένο, ούτως ώστε να υλοποιηθεί η προαναφερθείσα παροιμία: «κράτα με να σε κρατώ ν’ ανεβούμε στο βουνό».
Οι εξαπατημένοι εραστές της ζωής, της αισιοδοξίας και της παρηγορίας, μπορούν να χαμογελάσουν. Ας ξαναδιαβάσουμε το διήγημα του Γιάννη Βαϊτσαρά, «ΤΑ ΚΟΡΔΟΝΙΑ». Θα ανακαλύψουμε όμως ακόμη περισσότερα παρακολουθώντας το θεατρικό του «ΤΑ ΚΟΡΔΟΝΙΑ»!
Διονύσης Παπακώστας
Επιμέλεια κειμένου: Ιλαρίων Κόμης
Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΪΤΣΑΡΑΣ
ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ ΤΟΥ
«ΤΑ ΚΟΡΔΟΝΙΑ»
Ο τρισδιάστατος Γιάννης Βαϊτσαράς:
Πρώτον ψυχαναλυτής· Δεν έχω βρεθεί στο “ντιβάνι” του, όμως οιονεί ψυχαναλύθηκα με τις ψυχαναλυτικές του συνάξεις, διαλέξεις, ομιλίες, συζητήσεις των Καφέ Ψ επί τόσα χρόνια τώρα στην Αθήνα, στο “Λεξικοπωλείο”, στην πλατεία των “Προσκόπων” ή πιο σωστά για μένα στην πλατεία “Μάνου Χατζιδάκη”, κι ας μην της έχει δώσει επισήμως ο Δήμος Αθηναίων το σημαντικότατο αυτό όνομα…
Δεύτερον, λογοτέχνης· έχω κολυμπήσει στα λογοτεχνικά-ψυχαναλυτικά του βιβλία, διηγήματα, μυθιστορήματα, νουβέλες, έχω ψυχαναλυθεί μέσα απ’ αυτά, αφήνοντας τη σκέψη μου, τα συναισθήματά μου και τους ελεύθερους συνειρμούς μου να εμπλουτιστούν από τις εμπνεύσεις του και το εξαιρετικό ταλέντο του, που χάρη στον χαρακτήρα του, το χρησιμοποιεί θέτοντας πάντοτε στην πρώτη θέση τον άνθρωπο.
Τρίτον, θεατρικός συγγραφέας· καλοτάξιδος! Ξαναδένοντας, θα πω εγώ, «ΤΑ ΚΟΡΔΟΝΙΑ», σε θεατρική απόδοση.
Ενεργοποιημένος ψυχικά απ’ όλα αυτά, επιχειρώ να αποσαφηνίσω για τον φίλο μου και ψυχαναλυτή Γιάννη Βαϊτσαρά, τις εκτιμήσεις, τις σκέψεις, τις εμπνεύσεις που μου γεννά το έργο του, εστιάζοντας σε φράσεις από το διήγημά του και εισάγοντας παρένθετα τα σχόλιά μου…
Να η ευκαιρία, αρπάξτε την ευκαιρία, μην χάνεις την ευκαιρία, δώσε μου την ευκαιρία, ευκαιρίας δοθείσης· ο άλλος, ο απέναντι, ο έτερος, ο συνάνθρωπος, μπορεί να φοβάμαι, διαισθάνονται τον φόβο, ο φόβος, φόβος, φοβάστε; Να φοβάμαι; Ναι…
Ο έτερος: αίσθηση απειλής... και έλξης, μαζί με τον τρόμο, με διεγείρει, με έλκει, «η πολύτιμη και προστατευτική ρουτίνα της συνήθειας και του προγράμματος».
Πράγματι «παράξενη επιπλοκή της πραγματικότητας», η καθημερινότητα, η πραγματικότητά μου, τα δύσκολα, χρειάζονται ψυχραιμία.
Λέξεις και εκφράσεις καθημερινές, χρησιμοθηρικές, κυκλοφορούνε σαν το πλήθος των ανθρώπων σε ώρες αιχμής, σε πολυσύχναστες λεωφόρους, πλατείες, παιδικές χαρές — χαρές;
Ο ψυχαναλυτής λογοτέχνης με εισάγει στο επέκεινα με λέξεις απλές, σημαντικές για το ψυχικό τοπίο των δύο ψυχαναλυόμενων και του ψυχαναλυτή: «ποιος άνθρωπος κρύβεται πίσω από το προσωπείο του ψυχαναλυτή μου» (σελίδα 33).
Η επιθυμία, η ανάγκη της επικοινωνίας, της εγγύτητας με τον “έτερο”, τον “άλλο”, τον “αλλότριο”, προς χάριν της εσωτερικής μας ισορροπίας.
Η “οικειότητα” και η έννοια του περιεχομένου.
Η “ανοίκεια οικειότητα”, με προσδοκία ή ανησυχία.
«Γενικεύοντας, θα έλεγα πως πλανάται πάντα στον αέρα η προσδοκία
ανάμεικτη με ανησυχία μιας “ανοίκειας οικειότητας”.»
Αφήνοντας να δράσει επάνω μου το κείμενο, ανακαλώ τις λέξεις φόβος, απειλή, ευκαιρία, της αρχής του θεατρικού/διηγήματος, ανακαλώ τα παιχνίδια της επιθυμίας, του έρωτα και της λίμπιντο, τα οποία, ―δοθείσης ευκαιρίας— εκδηλώνονται παρορμητικά στην κατάλληλη στιγμή, αυθόρμητα, ανεμπόδιστα, υπερφαλαγγίζοντας ελλείψεις, αντιλήψεις, φόβους, απειλές, ανασταλτικά βιώματα.
Και να, ο ψυχαναλυόμενος όντως επιβεβαιώνει:
«Το τι θυμήθηκα τώρα μ’ όλα αυτά, δεν λέγεται.»
Εδώ έχουμε ανάδυση της ανάμνησης, διεργασία ανάσυρσης της ασυνείδητης μνήμης (σελίδες 42-43) και τελικά την απελευθέρωση:
«Εγώ έζησα όλη αυτή την κωμικοτραγική ιστορία σαν την ευκαιρία απελευθέρωσης, όσο κι αν αυτό σας φαίνεται αντιφατικό και ανόητο. Και νομίζω πως και οι τρεις μας απελευθερωθήκαμε.»
Και με τη σειρά του ο ψυχαναλυτής, ως ψυχαναλυόμενος μέσω της οικειότητας:
«Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο να μου προτείνουν οι αναλυόμενοι την αντιστροφή των ρόλων μας. Όταν το ακούω στη συνεδρία, το συνδέω με την επιδίωξη της οικειότητας.»
Όπως το αντιλαμβάνομαι, η λειτουργία του ψυχαναλυτή μέσα στο διήγημα, είναι η αρχιτεκτονική απόδοση του ψυχικού οικοδομήματος.
«Κοιμάμαι και ονειρεύομαι, δίχως να καταφέρνω πάντα να ερμηνεύω τα όνειρά μου. Τουλάχιστον τα αναγνωρίζω για δικά μου, ξέρω πως είναι λόγια από βαθιά μέσα μου, κρυπτογραφημένες φωνές απ’ τους μυστικούς και μυστηριώδεις κήπους της ψυχής μου. Και προσπαθώ να χρησιμοποιήσω τα μηνύματα προς το συμφέρον μου, εννοώ το ψυχικό μου συμφέρον.»
Στο διήγημα ο συγγραφέας ψυχαναλυτής, με τα παραδείγματα των ηρώων του αλλά και του ίδιου, κατορθώνει, χωρίς να μας σοκάρει, να αποφλοιώσει την κρούστα των πληγών και να μας ξεναγήσει στις αιτίες και τις αφορμές των δακρύων τους, δημιουργώντας έτσι τις κατάλληλες συνθήκες για γνώση, για επίγνωση, του αληθινού πόθεν, και δίνοντάς μας την πυξίδα για αυτοδιαχείριση, ικανή να επιφέρει την κατά το δυνατόν αποτελεσματικότερη αναψυχή ή ακόμη και μια προσομοιάζουσα στην ίαση κατάσταση.
Ναι! Δεν θα πω ίαση, γιατί εξ ιδίων αλλά και εξ αλλοτρίων, γνωρίζω πως αληθινή και πλήρης ίαση δεν υφίσταται…
Κλείνοντας εδώ, ας μου επιτραπεί να σχολιάσω κάτι που μας λέει ο Γιάννης στο οπισθόφυλλο του βιβλίου του:
«…Είμαι ένας κανονικός άνθρωπος, δηλαδή γεμάτος προβλήματα και αμφιβολίες. Και, ευτυχώς, πολλές μικρές ή μεγάλες χαρές…»
Εγώ, ομολογώ το διαφορετικό πιστεύω μου:
«…Είμαι ένας κανονικός άνθρωπος, με πολλές μικρές ή μεγάλες χαρές και, δυστυχώς, γεμάτος προβλήματα και αμφιβολίες…».
Διονύσης Παπακώστας
Επιμέλεια κειμένου: Ιλαρίων Κόμης